Οργανικό συστατικό και συγκεκριμένα, υγρός υδρογονάνθρακας
με χημική ονομασία κυκλοπεντακυκλοεπτένιο, αποτελεί επίσης ισομερές της
ναφθαλίνης. Είναι ουσία που περιέχεται στα αιθέρια έλαια και αποτελεί κύριο συστατικό
απόσταξης του Γερμανικού Χαμομηλιού. Παρασκευάζεται και συνθετικά. Το όνομά του
προέρχεται από την Ισπανική λέξη “azul” που σημαίνει “μπλε”. Χρησιμοποιείται στα καλλυντικά για τις
μαλακτικές, επουλωτικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητές του.
Βρίσκεται με μορφή κρυστάλλων, αδιάλυτων σε νερό αλλά
διαλυτών σε οργανικούς διαλύτες. Το χρώμα του είναι έντονο κυανό ή βαθύ μπλε.
Μπορεί επίσης να βρεθεί και σε μορφή διαλύματος με κυανό επίσης χρώμα, διαυγές
ή γλοιώδες, ελαφρά φθορίζον και με αρωματική οσμή. Σε όξινο περιβάλλον το χρώμα
μεταβάλλεται σε σκούρο γκρίζο. Το ποσοστό συγκέντρωσής του στα καλλυντικά είναι
0,01%.
Χρησιμοποιείται όπως προαναφέρθηκε ως πρόσθετο σε καλλυντικά
με μαλακτικές ιδιότητες για δέρμα και μαλλιά αλλά και σε καταπραϋντικά και
επουλωτικά προϊόντα για το δέρμα.Στα καλλυντικά, χρησιμοποιούνται και τα παράγωγά του με παρόμοιες ιδιότητες:
Το Γκουιαζουλένιο
από το σεσκουιτερπένιο, με μορφή υδατικού διαλύματος, χρησιμοποιείται ως
υδατικό συστατικό σε τονωτικές λοσιόν, λοσιόν για μετά το ξύρισμα, οδοντόκρεμες
και στοματικά διαλύματα αλλά και ως τονωτικό μαλλιών.
Το Χαμαζουλένιο από
το έλαιο χαμομηλιού, με μορφή ελαιώδους διαλύματος, χρησιμεύει κι αυτό ως
μαλακτικό δέρματος.Το αζουλένιο γενικά δεν είναι τοξικό και η πιθανότατα μοναδική περίπτωση που αναφέρθηκε για αλλεργική δερματίτιδα, αφορούσε προϊόν με συγκέντρωση αζουλένιου 1% έναντι της συνηθισμένης 0,01%.